Ευρωμπάσκετ 1987: 34 χρόνια από το έπος του ελληνικού μπάσκετ – Ο Νίκος Γκάλης αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές
Σαν Σήμερα, πριν από 34 χρόνια, η Εθνική ομάδα μπάσκετ κατέκτησε το Ευρωμπάσκετ 1987, κόντρα στην ΕΣΣΔ.
Ο Νίκος Γκάλης θυμάται τις ομηρικές μάχες, τα… σπασίματα της μέσης, τον αείμνηστο Ντράζεν, την απόγνωση ενός πατέρα, αλλά και την κλούβα των ΜΑΤ, με την οποία επέστρεψε στο ξενοδοχείο μετά τον τελικό με τη Σοβιετική Ένωση.
Μιλώντας στο gazzetta.gr, ο Νίκος Γκάλης ξετυλίγει το «κουβάρι» των αναμνήσεων. Περιγράφει στον δημοσιογράφο Βασίλη Βλαχόπουλο εικόνες από τότε, στιγμές φανταστικές, σαν αυτές που χάρισε απλόχερα μ’ εκείνα τα σπασίματα της μέσης που τον κρατούσαν ώρες ολόκληρες στον αέρα.
Τουλάχιστον, έτσι φαίνονταν σε μας, τους κοινούς θνητούς, καλλιεργώντας την αίσθηση ότι τελικώς ο άνθρωπος μπορεί να πετάξει…
«Μπαμπά, πώς στεκόσουν τόση ώρα στον αέρα;»
Την ίδια απορία έχουν χρόνια τώρα κάποια εκατομμύρια Ελλήνων. Η χορταστική εικόνα μοιάζει ανήμπορη να γεμίσει το «πεινασμένο μυαλό». Το βλέπεις, το ξαναβλέπεις, αναρωτιέσαι γιατί αδυνατεί να το ερμηνεύσει ο νους. Έτσι και η δεσποινίδα Γκάλη. Δεν ήταν πολλές οι φορές, καθώς ο πατέρας της αποφεύγει τις πολλές συγκινήσεις. Όσο χαλύβδινος χαρακτήρας κι αν είναι, αν και όσοι τον γνωρίζουν ξέρουν ότι περισσότερο πρόκειται για αισθηματία, κάποια στιγμή θα… σπάσει.
«Σπάνια βλέπω παλιούς αγώνες. Δεν χρειάζεται γιατί τους έχω στο μυαλό μου. Οι αναμνήσεις μένουν και είναι πιο δυνατές από την εικόνα. Δεν είναι απαραίτητο να καθίσω να δω ένα παλιό παιχνίδι για να χαρώ. Έχω τις εικόνες στο μυαλό μου, τις στιγμές που ζήσαμε και με γεμίζουν. Είναι πιο έντονες. Άσε που, αν το φέρει η στιγμή και δω, έχω και τη συγκίνηση. Ήταν ωραίες εκείνες οι εποχές».
Εκεί εμφανίζεται η παιδική περιέργεια. Ανίκητη. Κι έτσι, ήρθαν φορές
που κάθισαν παρέα. Πατέρας και κόρη. Ομορφότερη εικόνα από αυτή που
δείχνει η οθόνη του υπολογιστή.
«Είχα δει με τη μικρή και με ρώτησε ‘μπαμπά πώς στεκόσουν τόση ώρα στον αέρα;’. Αυτή η ερώτηση μου έγινε εκατομμύρια φορές. Όταν ήταν μικρότερη της έκανα πλάκα. Της έλεγα… ‘κορίτσι μου, εγώ είμαι εξωγήινος, δεν είμαι άνθρωπος’ και με κοιτούσε με απορία!».
Το ερώτημα παρέμεινε αναπάντητο αλλά όχι για πολύ. Μην πάνε τζάμπα και οι ώρες που ξοδεύτηκαν από εκατομμύρια παιδιά στα (πρώτα) ανοιχτά γήπεδα μπάσκετ. Τότε που όλοι προσπαθούσαμε να τον μιμηθούμε.
«Εσύ πόσα σπασίματα της μέσης έκανες;». Έπαιρνες φόρα και καθώς πλησίαζες στην μπασκέτα ξεγελούσες τον εαυτό σου νομίζοντας ότι το κατάφερες. Τριπλό σπάσιμο μέσης μπροστά στα θηρία του Σοβιετικούς. Άλλα τόσα στα οκτώ υψωμένα χέρια των Ισπανών.
«Πέτυχα πολλά δύσκολα καλάθια, θεωρώ ότι κρισιμότερο όλων ήταν με τη Ρωσία. Πρέπει να κάθισα στον αέρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά (γέλια)…».
Αυτή η απάντηση ήθελε και συμπλήρωμα. «Ίσως έπαιξε ρόλο η τρομερή θέληση, η υπερένταση της στιγμής, η επιθυμία να πετύχουμε. Υπάρχουν πράγματα που κάνεις και μετά αναρωτιέσαι πώς τα κατάφερες. Ξέρεις, όταν σηκώνεσαι στον αέρα υπάρχουν συγκεκριμένες κινήσεις του σώματος που είναι απαραίτητες για να διατηρηθείς ψηλά. Καθώς σηκώνεσαι πρέπει να τετραγωνίσεις το σώμα σου προς το καλάθι. Αυτό ευνοεί στο σωστό σουτ. Έρχεσαι φάτσα με το καλάθι για να έχεις περισσότερες πιθανότητες να ευστοχήσεις. Είναι θέμα γωνίας. Είναι γεωμετρία, μαθηματικά». Τόσο απλό!
«Με τον Ντράζεν είχα καλή σχέση, ήταν ένας σπουδαίος παίκτης που δεν είχε βεντετισμό»
Εκείνο το ταξίδι ξεκίνησε δίχως συγκεκριμένο προορισμό. «Με βάρκα την ελπίδα», που λέει και ο λαός. Η πρώτη παράσταση ήταν εντυπωσιακή απέναντι στη Ρουμανία. Η δεύτερη ισοδυναμούσε με άθλο. Νίκη επί της άλλοτε ενωμένης Γιουγκοσλαβίας. Ποιος το περίμενε… Μάλλον κανείς. Εκείνη η βραδιά της (πρώτης) νίκης επί της Γιουγκοσλαβίας φώτισε τον δρόμο. Είναι, ίσως, το παιχνίδι αφύπνισης του κόσμου. Ξαφνικά, όλο και περισσότεροι άρχισαν να οσμίζονται ότι κάτι σπουδαίο ερχόταν.
«Θεωρώ ότι και το ’87 η Γιουγκοσλαβία είχε καλύτερη ομάδα από τη Ρωσία. Μια, άλλοτε ενωμένη Γιουγκοσλαβία με όλα τα αστέρια της». Με μαέστρο τον «Μότσαρτ» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, τον αείμνηστο Ντράζεν Πέτροβιτς.
«Είχα καλή σχέση με τον Ντράζεν. Ξέρεις, οι μεγάλοι παίκτες αναγνωρίζονται στο γήπεδο και η σχέση τους χαρακτηρίζεται από αλληλοσεβασμό. Μπορεί στο γήπεδο να είμαστε αντίπαλοι, να συγκρούονται οι στόχοι μας αλλά αυτό δεν μειώνει το επίπεδο εκτίμησης του ενός για τον άλλον. Ο Ντράζεν ήταν καλό και ήσυχο παιχνίδι. Δεν είχε βεντετισμό επάνω του. Στο γήπεδο ήταν εγωιστής όπως κάθε μεγάλος παίκτης. Κανείς δεν θέλει να χάνει».
Είναι και η «ατάκα» που είχε πει κάποτε ο Ντράζεν για τον Γκάλη. «Αν εγώ είμαι ο γιος του διαβόλου, ο Γκάλης είναι ο ίδιος ο διάβολος». Ευφυΐα αλλά και αναγνώριση. «Ήταν πολύ μεγάλη τιμή για μένα αυτό που είχε πει. Έχει μεγάλη αξία να το λέει ένας παίκτης του βεληνεκούς του Ντράζεν». Μαζί έπαιξαν στη Μικτή Ευρώπης. Τις άλλες φορές που αντάμωσαν στο παρκέ, ήταν αντίπαλοι.
Ο πατέρας που συγκλόνισε τον Γκάλη
Τα ραγδαία βήματα της επιστήμης δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο ενός ταξιδιού στον χρόνο, οπότε οι νεότεροι δεν μπορούν να αντιληφθούν τη φρενίτιδα της εποχής. Αυτή αναπτύχθηκε προϊόντος του χρόνου και αφού το ΣΕΦ είχε μετατραπεί σε τόπο των θαυμάτων.
Συγκρατημένο κοινό, περισσότερο διατεθειμένο να παραβρεθεί σε αγώνα τελικής φάσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, με περιορισμένη πίστη στις δυνατότητες της Εθνικής, αρκετά συνετό συναισθηματικά. Αυτό εμφανίστηκε στην πρεμιέρα με τη Ρουμανία.
Το μεγαλύτερο μέρος των υψηλότερων διαζωμάτων του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας ήταν άδειο. Το αρχικό χλιαρό ενδιαφέρον μετατράπηκε σε αχαλίνωτη τρέλα η οποία δεν μειώθηκε στις ήττες από Ισπανία και Σοβιετική Ένωση. (Σχεδόν) κάθε βράδυ είχαμε γιορτή.
Στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’80, για δύο λόγους μπορούσαν να συγκεντρωθούν εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου στις… πλατείες. Είτε για διεκδικήσεις εργασιακών δικαιωμάτων (τότε βέβαια διανύαμε την εποχή των «γενναιόδωρων» παροχών) είτε στον βωμό της απύθμενης κομματικής αντιπαλότητας μεταξύ ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας. Και ξαφνικά εμφανίστηκε μια ομάδα που θύμιζε αγέλη αρπακτικών ξεπερνώντας κάθε προσδοκία.
«Κλειδαμπαρωμένη» στο ξενοδοχείο και πλησιάζοντας στο ΣΕΦ… αμολούσαν τους παίκτες για να κατασπαράξουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Ξαφνικά, όλοι άρχισαν να ψάχνουν απελπισμένα για ένα εισιτήριο, ένα μαγικό χαρτάκι για να δουν τους αυριανούς Πρωταθλητές Ευρώπης.
«Δεν μας ενοχλούσαν για εισιτήρια γιατί ήξεραν ότι έπρεπε να ξεκουραστούμε και να μείνουμε συγκεντρωμένοι στα παιχνίδια. Θυμάμαι ότι πριν από τον τελικό με τη Σοβιετική Ένωση, ήρθε ένας πατέρας και μου είπε… ‘μπορεί γάλα για το παιδί μου να μην μπορώ να πάρω, αλλά αγόρασα ένα εισιτήριο για τον αγώνα’. Ένιωσα τρομερή συγκίνηση. Ήταν η μοναδική φορά που ασχολήθηκα με εισιτήρια. Βρήκα δύο και του τα έδωσα».
«Αν με κέρδιζε κάποιος στο τάβλι, θα το μάθαινε όλη η Ελλάδα»
Στο ξενοδοχείο, ο καθένας ακολουθούσε το δικό του πρόγραμμα αποφόρτισης. Η ένταση των ημερών σε συνδυασμό με την κόπωση αντιμετωπίστηκε με βαθύ ύπνο. Ο Νίκος Γκάλης ανέκαθεν λάτρευε την ένταση, είναι το λάδι στη δική του μηχανή. Στο ίδιο διάστημα κοιμόταν ελάχιστα, έχασε και δέκα κιλά. Η δική του αποσυμφόρηση είχε ζάρια και πούλια.
«Το τάβλι ήταν περισσότερο τρόπος εκτόνωσης. Το μυαλό πρέπει να ξεκουράζεται, να χαλαρώνει, να ξεφεύγει από τους αγώνες. Σε διαφορετική περίπτωση σε καταβάλλει η πίεση. Θέλεις να ξεχαστείς. Ήμουν και καλός», είπε με καλή διάθεση. Λέγεται ότι και στο τάβλι ήταν αήττητος. Άλλοι το αμφισβητούν. «Αν είχα χάσει ένα παιχνίδι, να είσαι σίγουρος ότι θα το είχε μάθει όλη η Ελλάδα».
«Από το ΣΕΦ έφυγα με κλούβα»
Την βραδιά του τελικού, αρκετά λεπτά μετά τις βολές του Αργύρη Καμπούρη, η Ελλάδα αφέθηκε σ’ ένα ατέλειωτο πανηγύρι. Έγινε αυτό που λένε… «η μάνα έχασε το παιδί και το παιδί τη μάνα» καθώς ανά την επικράτεια, εκατομμύρια κόσμου συγκεντρώθηκε στο πιο χαρακτηριστικό σημείο της πόλης που διέμενε για να το γλεντήσει.
«Αυτό που έγινε το ’87, δεν ξανάγινε πουθενά στον κόσμο. Μια ολόκληρη χώρα να βγει στους δρόμους και να πανηγυρίζει. Παππούδες, γιαγιάδες, μικρά παιδιά… Είναι οι ανεκτίμητες στιγμές που κρατά ένας αθλητής γιατί ξέρει ότι αυτός τις προκάλεσε. Δεν ξεπληρώνεται η αγάπη που εισπράξαμε τότε. Από το γήπεδο μετά το τέλος των αγώνων έως και στο ξενοδοχείο».
Ο ίδιος επέστρεψε στο ξενοδοχείο με τρόπο διαφορετικό από τον συνηθισμένο. «Μετά τον τελικό του Eurobasket γύρισα στο ξενοδοχείο με την κλούβα της Αστυνομίας. Γίνονταν πανζουρλισμός. Είχαμε αργήσει να φύγουμε από το γήπεδο. Ήρθαν κάποιοι αστυνομικοί και μου το πρότειναν να με πάνε στο ξενοδοχείο με την κλούβα. Μπήκα χωρίς δεύτερη σκέψη. Θαρρώ ότι ήμουν μόνος μου. Δεν θυμάμαι να ήταν άλλοι συμπαίκτες μου. Φτάνουμε στο ξενοδοχείο, απέξω ήταν χιλιάδες κόσμου. Δεν μπορούσα να πλησιάσω στην είσοδο του “John’s”».
«Αν με πλησίαζε κάποιος, θα το μάθαινε όλη η Ελλάδα»
Πρόσφατα, στελέχη εκείνης της Σοβιετικής Ένωσης φανέρωσαν μικρότητα ψυχής. Έβαλαν λάσπη στον ανεμιστήρα με φανταστικές ιστορίες περί αποπειρών δωροδοκίας πετώντας λόγια στον αέρα επιζητώντας το φως που έχασαν εκείνη τη νύχτα της 14ης του Ιούνη.
Η Ελλάδα πάτησε στην κορυφή και το (θεωρητικά) αδιαφιλονίκητο φαβορί κρύφτηκε στο σκοτάδι. «Έχω την αίσθηση ότι υπάρχει πολιτική σκοπιμότητα. Δεν βρίσκω άλλη εξήγηση, εκτός κι αν τριάντα χρόνια μετά δυσκολεύονται να συμβιβαστούν με την ήττα. Δηλαδή, δύο χρόνια μετά, στο Ζάγκρεμπ τι έγινε; Κι εκεί υπήρξαν απόπειρες δωροδοκίας; Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα, κυρίως όταν αναφέρονται μετά από τόσα χρόνια. Προσωπικά, αν με πλησίαζε κάποιος θα το μάθαινε όλη η Ελλάδα την ίδια στιγμή. Να είσαι σίγουρος γι’ αυτό. Προφανώς κρύβεται κάποιο συμφέρον. Δεν έχω άλλη ερμηνεία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου